ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΛΛΗ
Τα “κρισιακά” (αυτο)παραμυθιάσματα της (β)ρωμηοσύνης
Η εκούσια εθνοαυτιστική πολιτισμική απομόνωση της Νεοελλάδας από τον δυτικό / ευρωπαϊκό κόσμο έχει αναπόφευκτα οδηγήσει στην κατασκευή μιας ιδεολογικοποιημένης σκοτοδίνης από παρεξηγήσεις, άγνοια, ημιμάθεια (που, όπως έχει επισημανθεί, είναι χειρότερη της αμάθειας), μύθους για εσωτερική κατανάλωση, βολικές εμμονές, αυτοσχέδιες ψευδοϊστορικές εξηγητικές, και προπάντων άρνηση της πραγματικότητας. Εδώ θα επιχειρηθεί η παρουσίαση ορισμένων προσφάτως δημιουργημένων πλευρών τής εν λόγω σκοτοδίνης.
Έκτοτε το ελληνόφωνο ψευδοκράτος δεν πάει ούτε για τσίσα χωρίς την έγκριση των πατρώνων του (τις ελάχιστες φορές που διανοήθηκε να το κάνει, όπως το 1854 ή το 1922, η τιμωρία του υπήρξε σκληρή και παραδειγματική). Αντιθέτως το ψευδοκράτος συνηθίζει να εκτελεί δουλικά τις εντολές τους (βλ. π.χ. την παντελώς αναίτια συμμετοχή του στον Β’ παγκόσμιο πόλεμο).
Μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο ο έλεγχος του ψευδοκράτους / προτεκτοράτου παραχωρήθηκε από τους βρετανούς αποικιοκράτες σε εκείνους των Η.Π.Α.
Οι χαρακτηρισμοί και η συμπεριφορά των δανειστών προς το καταγέλαστο ψευδοκράτος είναι, λοιπόν, αυτοί που πρέπει και αυτοί που τού ταιριάζουν.
ΜΥΘΟΣ 3ος: Η Νεοελλάδα είναι μια κανονική δυτική / ευρωπαϊκή χώρα με μια κανονική δυτικού τύπου (=καπιταλιστική) οικονομία.
Η οικονομία του ρωμαίικου ψευδοκράτους ήταν και παραμένει μεταπρατική, εντυπωσιακά προσκολλημένη σε πρότυπα του προκαπιταλιστικού (=μεσαιωνικού / φεουδαρχικού) κόσμου. Η νεοελληνική ελίτ δεν είναι παρά μια κλίκα από κρατικοδίαιτους αντιπαραγωγικούς παρασιτικούς μεταπράττες, αεριτζήδες και λαμόγια, που παριστάνουν τους καπιταλιστές ενώ έχουν αμιγώς προκαπιταλιστική (= μεσαιωνική / φεουδαρχική) νοοτροπία: εφοπλιστές, Εκκλησία Α.Ε., μηντιάρχες, εργολάβοι δημοσίων έργων, συνεχώς ανακεφαλαιοποιούμενοι “τραπεζίτες” κλπ. Οι ιστορικοί πρόγονοι αυτών των εμετικών απολιθωμάτων του βυζαντινού μεσαίωνα ήσαν εκείνοι που παρέδωσαν προοδευτικά τη χώρα στους οικονομικά και πολιτισμικά εγγύτερούς τους οθωμανούς, φοβούμενοι (ορθώς) ότι θα τους καταβρόχθιζε η οικονομικά και πολιτισμικά αναγεννώμενη Δύση του 14ου και 15ου αιώνα. Σαν ανταμοιβή οι οθωμανοί τούς διόρισαν τοποτηρητές τους και επιπλέον φοροεισπράκτορές τους (ενώ ο μεγαλύτερος βυζαντινός φεουδάρχης, η χριστιανορθόδοξη Εκκλησία Α.Ε. αναγορεύθηκε από τους οθωμανούς ως “εθνάρχης” -και μαντρόσκυλο- των υπότουρκων χριστιανορθοδόξων). Όταν το 1828 ο έλεγχος του ελλαδικού χώρου πέρασε στους βρετανούς αποικιοκράτες, η εγχώρια τουρκοβυζαντινή ελίτ τούς έπεισε ότι μπορούσε να αναλάβει ρόλο διεκπεραιωτή των συμφερόντων τους στην περιοχή έναντι ανταλλαγμάτων όπως η συνεχής επιδότηση του ψευδοκράτους της. Έτσι, το ψευδοκράτος άρχισε και συνεχίζει τη ζωή του δανειζόμενο αδρά (και έτσι θα την τελειώσει). Με άλλα λόγια οι σημερινοί νεοέλληνες ψευτοκαπιταλιστές / “μαϊμούδες” είναι ιστορικοί απόγονοι των βυζαντινών φεουδαρχών που μεταλλάχθηκαν στους κοτσαμπασήδες (=φοροεισπράκτορες και τοποτηρητές) των οθωμανών, για τις (ήδη προ του 1453) προς αυτούς καλές υπηρεσίες τους. Αλλά και μετά τη φυγή των οθωμανών συνέχισαν να είναι οι τοποτηρητές των καινούριων ιδιοκτητών της περιοχής. Ενώ τη διαχείριση του ψευδοκράτους οι -απόγονοι των κοτσαμπασήδων- νεοέλληνες ψευτοκαπιταλιστές την έχουν αναθέσει στους ιστορικούς απογόνους των διεφθαρμένων και χαμερπών τουρκοβυζαντινών φαναριωτών, δηλαδή στους νεοέλληνες πολιτικάντηδες.
Η οικονομία του ελληνόφωνου ψευδοκράτους υπήρξε εξαρχής αποκλειστικά επιδοτούμενη / δανειοδοτούμενη. Το παρασιτικό και άχρηστο ψευδοκράτος θα ήταν απλώς αδύνατον να υπάρξει χωρίς συνεχείς και γενναίες δανειακές αιμοδοτήσεις, μια και η παρασιτική οικονομική ελίτ του δεν παρήγαγε ποτέ το παραμικρό βιομηχανικό προϊόν (ούτε καν ηλεκτρικούς λαμπτήρες…) και όλα τα βιομηχανικά προϊόντα έπρεπε ανέκαθεν να εισάγονται (κάποια βραχύβια δήθεν “βιομηχανία” οικιακών συσκευών που υπήρξε στη δεκαετία του 1970, στην πραγματικότητα επρόκειτο απλώς για συναρμολόγηση εισαγόμενων εξαρτημάτων από την ανατολική Ευρώπη – και εδώ μεταπρατισμός δηλαδή…). Ο συνεχής δανεισμός (ή άλλες μορφές επιδότησης) προς το ψευδοκράτος είναι διαχρονικά η αμοιβή τής ελίτ του για τις καλές υπηρεσίες της προς τους εκάστοτε πάτρωνές της. Ο δανεισμός ισχυροποίησε (στο εσωτερικό) την κρατικοδίαιτη εγχώρια ελίτ (βλ. αεριτζήδες της υπερτιμολόγησης, όπως μηντιάρχες, μεγαλοεργολάβοι κλπ.) ενώ διεύρυνε τους “δικαιούχους” του πελατειακού κράτους που είχε κληρονομηθεί από το φεουδαρχικό μεσαιωνικό “Βυζάντιο”: σε τεράστια κομμάτια του πληθυσμού, τους αποκαλούμενους “νοικοκυραίους” (υπεραμειβόμενοι δημόσιοι υπάλληλοι, υπερεπιδοτούμενοι αγρότες συλλέκτες Πόρσε, μικρομεσαίοι επιχειρηματίες της παραπαιδείας, της παραϋγείας, των λεγομένων “υπηρεσιών” κλπ.) επετράπη να επωφεληθούν άμεσα ή έμμεσα από το Μεγάλο Φαγοπότι της περιόδου 1978-2008. Με αυτόν τον τρόπο αναδύθηκε μια προκλητικά καταναλωτική εθνική οικονομία / φούσκα με μοντέρνο (=καπιταλιστικό και δυτικοφανές) ψευδεπίχρισμα (=μόστρα), η οποία (φούσκα) έκρυβε (από τους αδαείς) την μεσαιωνική μεταπρατική παράγκα που βρισκόταν στο εσωτερικό της. Ο πολιτισμικά καθυστερημένος και ανατολίτης ρωμηολαός έγινε (τουλάχιστον κατά το ήμισύ του, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο) βλαχονεόπλουτος συνδαιτυμόνας των διαφόρων Πάγκαλων.Ο δανεισμός προς το ψευδοκράτος διαιωνίζει απλώς τις βυζαντινογενείς παθογένειές του, οι οποίες θα εξαλειφθούν μόνο με την πλήρη και απόλυτη διακοπή του για ένα επ’ αόριστον διάστημα.
Γι’ αυτό, από το 2009 οι μόνες σκοτούρες τής εγχώριας ελίτ και των πολιτικάντηδων διαχειριστών των συμφερόντων της είναι: α) πώς θα διασωθεί η ίδια διά της συνέχισης του δανεισμού, β) πώς θα διασώσει (έστω και με αμυχές) τα πελατειακώς εξαρτώμενα και προσκείμενα κομμάτια του πληθυσμού, επάνω στα οποία στηρίζεται η κοινωνική αποδοχή της, γ) πώς θα μεταφέρει τον “λογαριασμό” στην πραγματική κοινωνία, δηλαδή όσους δεν επωφελήθηκαν ούτε άμεσα ούτε έμμεσα από το Μεγάλο Φαγοπότι (πρόκειται για όλους όσους έχουν πληγεί θανάσιμα και ανεπανόρθωτα από την “κρίση”: τα δύο+ εκατομμύρια των ζωντανών νεκρών, των “εγγεγραμμένων” και μή ανέργων, των υποαπασχολουμένων, των αστέγων, των νεομεταναστών κλπ. από τους οποίους ζητείται να πεθάνουν ησύχως και αδιαμαρτύρητα για να σωθεί η πατρίδα των Παγκάλων και των συνδαιτυμόνων τους).
Το πόσο σύγχρονη και δυτική χώρα είναι η Νεοελλάδα “φαίνεται” από τις ιστοσελίδες αγγελιών για εργασία: κούριερ (φυσικά, με δικό τους μηχανάκι …), τηλεφωνικούς πωλητές, υπαλλήλους για τυροπιτάδικα, τυλιχτές και ψήστες για σουβλατζίδικα, ασφαλιστές, καμαριέρες, δοσατζήδες (από εισπρακτικές εταιρίες) και βοηθούς κομμώτριες είναι κατά κανόνα οι ασύλληπτες υπερειδικότητες που ζητά η ρωμηο-οικονομία. Όσο για τα προσόντα; “Όρεξη για εργασία”, “επικοινωνιακές ικανότητες”, “ικανότητα στην επίτευξη στόχων”, “υπομονή”, “προθυμία” κλπ. (δηλαδή ούτε σπουδές, ούτε οποιαδήποτε άλλη κατάρτιση, ούτε τίποτα). Μάλιστα πολλοί εργοδοτίσκοι δηλώνουν θρασύτατα στις αγγελίες τους ότι “προσφέρουν” και “παροχές” όπως βασικό μισθό (490 €) ή ένσημα …
Γνήσιος απόγονος του Καραγκιόζη σε οίστρο διεκδίκησης των “εθνικών δικαίων” του.
ΜΥΘΟΣ 4ος: Τα πράγματα στη Νεοελλάδα χάλασαν από τότε που οι κακοί δανειστές άρχισαν να προβάλλουν εμπόδια στον απρόσκοπτο δανεισμό της (και θα ξαναφτιάξουν όταν αρθούν τα εμπόδια).
Η Νεοελλάδα άρχισε να επανέρχεται σιγά σιγά στο βιοτικό επίπεδο όπου ανήκει. Δεν μπορεί μια χώρα που εισάγει τα πάντα και δεν παράγει τίποτα, να εξακολουθεί να έχει βιοτικό επίπεδο (πλην, εννοείται, του κομματιού της που δεν επωφελήθηκε από το “πάρτυ” του 1978-2008) ανώτερο οποιασδήποτε προηγμένης (=βιομηχανικής) δυτικής. Δεν μπορούν οι (β)ρωμηοί να έχουν την απαίτηση να εξακολουθήσουν να δανείζονται αδρά στο διηνεκές για να έχουν διαμερίσματα, εξοχικά σπίτια, κινητά, ακίνητα, αυτοκίνητα, να ζουν μέσα στη χλιδή και την επίδειξη (πλην, εννοείται, όσων δεν επωφελήθηκαν από το “πάρτυ” του 1978-2008), ή να πληρώνουν για ανήκουστες στον δυτικό κόσμο “υπηρεσίες” υπερπολυτελείας (όπως η παραπαιδεία των 3,8 δισ. ετησίως), όταν π.χ. για τον γερμανό ή γάλλο, ή βέλγο, ή ολλανδό πολίτη ακόμα και βασικά αγαθά όπως το ένα μόνο ιδιόκτητο διαμέρισμα είναι όνειρα θερινής νυκτός.
Δυστυχώς όμως οι δανειστές δεν είναι κοινωνικοί μεταρρυθμιστές, όπως νομίζουν κάποιοι αφελείς στη Νεοελλάδα. Δεν τους ενδιαφέρει πώς θα βρεθούν τα λεφτά. Τους αρκεί απλώς να βρεθούν. Έτσι το κουτοπόνηρο πελατειακό ψευδοκράτος, αντί π.χ. να τσακίσει φορολογικά τους εφοπλιστές, ή την Εκκλησία Α.Ε., ή να δημεύσει τις αμύθητες περιουσίες των χρεωκοπημένων μηντιαρχών, ή να μειώσει τους μισθούς και τις συντάξεις των αλαζόνων δημοσίων αργομίσθων σε 700 € το πολύ (όπως είχε επιχειρηματολογήσει ο δαιμονοποιημένος Πωλ Τόμσεν), ή να απαιτήσει τα χρεωστούμενα από τα πολιτικά κόμματα, προτίμησε να γενοκτονήσει τούς πελατειακώς έκθετους και απροστάτευτους σκλάβους του ιδιωτικού τομέα (βλ. πραξικοπηματικός καθορισμός βασικού μισθού 490 € με επαίσχυντη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου), ή να κόψει την τραπεζική δανειοδότηση στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (οδηγώντας σε λουκέτο ακόμα και κάμποσες απ’ τις ελάχιστες στη Νεοελλάδα, που προσπαθούσαν στον χώρο της καινοτομίας). Έτσι, το αρνητικό της υπόθεσης είναι ότι τη “νύφη” δεν την πληρώνει το τοξικό (=πελατειακό, κρατικοδίαιτο κλπ.) κομμάτι τής νεοελληνικής κοινωνίας αλλά εκείνο που δεν “προνόησε” να φτιάξει “λίπος” την εποχή του Μεγάλου Φαγοποτιού. Πρόκειται για την πραγματική κοινωνία στην οποία έχει μετακυλιστεί πονηρά ο “λογαριασμός”. Με αυτή την έννοια τα πράγματα στη Νεοελλάδα θα φτιάξουν ολοκληρωτικά και τέλεια αν το ψευδοκράτος εκπαραθυρωθεί από την ευρωζώνη, του κοπεί εντελώς ο δανεισμός και αφεθεί να πτωχεύσει (πρόταση Σόιμπλε, 2015). Έτσι το πτωχευμένο ψευδοκράτος θα αναγκαστεί να απολύσει μισό εκατομμύριο άχρηστους δημόσιους αργόμισθους (που προσλήφθηκαν με αδιάβλητες πελατειακές διαδικασίες), ενώ οι μή ανακεφαλαιοποιημένοι τραπεζίτες του δεν θα έχουν να χαρίσουν δάνεια (ως συνήθως μελλοντικώς διαγραπτέα) στους χρεωκοπημένους μηντιάρχες ή στις επίσης χρεωκοπημένες κομματικές συμμορίες, ή να χρηματοδοτήσουν τους κρατικοδίαιτους μεγαλοεργολάβους τής υπερτιμολόγησης και του ξεπλύματος (που θα φυγαδεύσουν το παραδάκι στο εξωτερικό). Τότε θα πάψουν κάποιοι φιλοτομαριστές (βλ. “μαίνουμαι εβρόπι” με τα ευρώ κρυμμένα στα στρώματα) να διασώζονται εις βάρος κάποιων άλλων και θα υπάρξει κοινωνική εξίσωση προς τα κάτω (αφού δεν γίνεται να υπάρξει προς τα πάνω) και άρα κοινωνική δικαιοσύνη.
Πέραν αυτών,ακόμα κι αν οι δανειστές άφηναν ορθάνοιχτες τις κάνουλες του δανεισμού όπως στο παρελθόν, οι (β)ρωμηοί πάλι σε καταναλωτικά αγαθά και βλαχονεόπλουτο επιδειξισμό θα “σκότωναν” τα χρήματα: δεν θα γινόταν η παραμικρή βιομηχανική επένδυση. Μόνο με πλήρη διακοπή του δανεισμού επ’ αόριστον θα αναγκαστεί η Νεοελλάδα να φτιάξει δικές της σοβαρές παραγωγικές υποδομές (κάτι που φυσικά θα σήμαινε τον φυσικό και ιστορικό θάνατο της εγχώριας παρασιτικής προκαπιταλιστικής ελίτ και του τοξικού / πελατειακού κομματιού του πληθυσμού). ΜΥΘΟΣ 5ος: άλλες χώρες που χρωστάνε τα ίδια ή περισσότερα από τη Νεοελλάδα τις “χαϊδεύουν”, οπότε η Νεολλάδα αδικείται με τη σκληρή μεταχείριση που έχει από τους δανειστές.
Με άλλα λόγια το ελληνικό χρέος είναι σαν εκείνο ενός αναξιόπιστου πλέον λιμοκοντόρου που εξαπάτησε τους χρηματοδότες του, ενώ π.χ. της Ιταλίας σαν εκείνο ενός επιχειρηματία που απλώς δεν του πήγαν καλά τα πράγματα. Επιπλέον η Ιταλία είναι βιομηχανική χώρα και γι’ αυτό θεωρείται ότι έχει τις υποδομές δημιουργίας πλούτου (και άρα εξυπηρέτησης του χρέους της). Ενώ η Νεοελλάδα, τί;
Πέραν αυτών είναι αστείο να συγκρίνεται η Νεοελλάδα με ευρωπαϊκές (πολιτισμικά, οικονομικά κλπ.) χώρες και να απαιτεί “ίση μεταχείριση” με αυτές. Η Νεοελλάδα πρέπει να συγκρίνεται μόνο με ομοειδείς της χώρες όπως η Αλβανία, η Βουλγαρία, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές, η Τανζανία κλπ.
ΜΥΘΟΣ 6ος: H Νεοελλάδα είναι στην πραγματικότητα μια αγροτική χώρα (και άρα η ελληνική οικονομία πρέπει να κάνει μια “αγροτική στροφή” κι οι έλληνες να επιστρέψουν στα χωριά τους).
Πέραν αυτού, ακόμα και τα λίγα αγροτικά προϊόντα που παράγονται στη Νεοελλάδα, εκτός της αναγκαστικά μικρής τους ποσότητας, δεν είναι ούτε τόσο καλής ποιότητας όσο θέλουν να πιστεύουν οι εκούσια ανενημέρωτοι ρωμηοί. Για παράδειγμα, όπως έχει αποδειχθεί και επιστημονικά, το εγχώριο λάδι (θεωρούμενο ως προϊόν “αιχμής” από τους εκούσια αδαείς ρωμηούς) είναι πολύ κατώτερο από το ιταλικό, το ισπανικό ή το κινέζικο, ή άλλα θεωρούμενα ως ανταγωνιστικά του.
Επομένως οι συχνές προτροπές για “αγροτική αναδίπλωση” της ρωμηο-οικονομίας είναι τουλάχιστον κακόβουλες και εξυπηρετούν εκείνους που θέλουν να καθηλώσουν τη χώρα στο προκαπιταλιστικό / προβιομηχανικό οικονομικό τους μοντέλο. Πρόκειται φυσικά για την εγχώρια παρασιτική κρατικοδίαιτη ελίτ, η οποία (όπως και οι ιστορικοί πρόγονοί της τού 1453) τρέμει κυριολεκτικά το ενδεχόμενο αληθινού εκσυχρονισμού (=βιομηχανοποίησης) της εγχώριας οικονομίας.
Το ίδιο κακόβουλες για τον ίδιο λόγο είναι και οι προτροπές να “γυρίσουν οι έλληνες στην επαρχία” (ενν. όσοι μετανάστευσαν κυρίως στην Αθήνα τις δεκαετίες του 1960 και 1970). Καταρχήν ουδέποτε έφυγαν οι νεοέλληνες από την επαρχία: ουδέποτε σημειώθηκε το παραμικρό μεταναστευτικό ρεύμα προς τις μεγάλες πόλεις από π.χ. τους κάμπους της Καλαμάτας, της Θεσσαλίας, του Αγρινίου, ή από την Κρήτη. Αυτοί που μετανάστευσαν εσωτερικά προέρχονταν από υποβαθμισμένες ορεινές περιοχές (συνήθως ορεινή Πελοπόννησος και Στερεά) όπου οι κλήροι ήσαν ανέκαθεν πολύ μικροί και όχι ιδιαίτερα γόνιμοι (αλλά και οι γενικότερες συνθήκες ζωής ελεεινές) και όπου η μεταπολεμική πληθυσμιακή υπέρβαση σήμανε πείνα και άλλες κακουχίες. Φυσικά οι λίγοι που παρέμειναν στα ορεινά μπορούσαν να μοιραστούν μεγαλύτερα κομμάτια από την αναγκαστικά μικρή “πίτα” αυτών των περιοχών, αλλά αν επιστρέψουν οι απόγονοι των εσωτερικών μεταναστών της δεκαετίας του 1960 στα βουνά, θα ξαναπροκύψουν απλώς τα παλιά γνωστά προβλήματα που έκαναν τους γονείς τους να φύγουν από εκεί σχεδόν ρακένδυτοι. Μόνο οι ηλίθιοι και οι βολεμένοι πιστεύουν ότι υπάρχει κάποιος κρυμμένος θησαυρός στην ορεινή Νεοελλάδα…
Αλλά ακόμα κι αν η Νεοελλάδα μπορούσε να αποκτήσει αγροτική οικονομία, τί θα άλλαζε; Θα έλεγε ο ρωμηός του γερμανού “πάρε δέκα τενεκέδες λάδι (ή greek feta, ή … “στάσου, μύγδαλα!”) για να μου δώσεις Μερσεντές” (όπως έχει επισημάνει φαρμακερά εύστοχα ένας φίλος σε παλαιότερο σχόλιό του); Είναι δυνατόν με τέτοια μυαλά να νομίζεις ότι ανήκεις στον σύγχρονο (=βιομηχανικό) κόσμο;(!). Από την άλλη, ακόμα κι αν υποτεθεί ότι η Νεοελλάδα μπορούσε να προσανατολιστεί στην αγροτική οικονομία, τί την εμποδίζει να αποκτήσει και βιομηχανία (όπως έκαναν π.χ. οι επίσης μικρές και ορεινές σκανδιναβικές χώρες); Γιατί κάποιοι επιμένουν να αντιδιαστέλουν πονηρά το ένα από το άλλο;
Άλλου είδους “ανάπτυξη” του τουρισμού δεν μπορεί να γίνει στη Νεοελλάδα. Επομένως οι προτροπές για “ανάπτυξη” του τουρισμού στη Νεοελλάδα είναι το ίδιο κακόβουλες όσο και εκείνες για “επιστροφή στο χωριό και κατασκευή μαρμελάδων από τη συνταγή της προγιαγιάς”. Στόχος και εδώ είναι η καθήλωση της οικονομίας σε προβιομηχανικά μοντέλα και η παρεμπόδιση της ανάπτυξης σύγχρονης βιομηχανίας, βιομηχανικής καινοτομίας κλπ.
Καμμία χώρα στη νεώτερη οικονομική Ιστορία δεν μπόρεσε να στηρίξει την οικονομία της αποκλειστικά στην αγροτική παραγωγή ή / και στον τουρισμό. Η απαίτηση του (β)ρωμηού να του δίνουν οι άλλοι βιομηχανικά αγαθά (από αυτοκίνητα και smartphones μέχρι μαγνητικούς τομογράφους) για το μέτριας ποιότητας εγχώριο λάδι του ή για πακέτα “holidays in Greece” (πανομοιότυπα με αυτά της Ισπανίας, της Ιταλίας ή της Τουρκίας) ή για τις “αυθεντικές μαρμελάδες της προγιαγιάς” του, φανερώνει άνθρωπο βαθιά νυχτωμένο που δεν έχει αντιληφθεί πώς λειτουργεί η σύγχρονη οικονομία.
ΜΥΘΟΣ 8ος: η Νεοελλάδα έχει τεράστια αποθέματα χρυσού, πετρελαίου, φυσικού αερίου κλπ., ικανά για να ξεχρεώσει και να ζήσει τζάμπα για … τα επόμενα πέντε δισεκατομμύρια χρόνια.
Για παράδειγμα ανέκαθεν υπήρχαν στη Νεοελλάδα εμπορικά πρακτορεία πολυεθνικών εταιριών αγροτικών προϊόντων (π.χ. της Chiquita ή της Dole), πολυεθνικές αλυσίδες σούπερ μάρκετς (Dia, Carrefour, Lidl), ξένες αντιπροσωπείες, ξένες ξενοδοχειακές αλυσίδες, ξένες μεταφορικές εταιρείες κλπ. Αυτά θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Τί θέλουν δηλαδή οι τριτοκοσμικοί ρωμηοί; Να έρθουν στη χώρα τους κι άλλες επενδύσεις; Γιατί; Επειδή περνιούνται για μάγκες κι ομορφόπαιδα; Ή επειδή περνιούνται για απόγονοι των αρχαίων ελλήνων; Ή μήπως άλλαξε το οικονομικό ρωμηομοντέλο επί το δυτικότερον και βιομηχανικότερον, ώστε να προσελκυστούν και βιομηχανίες; Ή μήπως πρέπει να προσελκυστούν κι άλλες επενδύσεις επειδή έπεσαν -σε ακόμα πιο- εξευτελιστικά επίπεδα οι μισθοί (του ιδιωτικού μόνο τομέα) ή επειδή μειώθηκε -ακόμα πιο- προκλητικά η φορολογία των επιχειρήσεων;
Οι αυτοδίδακτοι ρωμηοί που “έμαθαν” πολιτική οικονομία από τους δημοσιογράφους θα έκαναν καλά αν άνοιγαν ένα οποιοδήποτε εγχειρίδιο βασικών οικονομικών: εκεί θα πληροφορούντο ότι οι επενδύσεις δημιουργούνται όταν υπάρχει καταρχήν η προσδοκία κέρδους κι όχι απλώς χαμηλού κόστους (χαμηλοί μισθοί, χαμηλή φορολογία κλπ.). Απόδειξη, το γεγονός ότι οι ξένες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη Νεοελλάδα πλήρωναν ανέκαθεν καλύτερα τους εργαζόμενούς τους (π.χ. ο μισθός μερικής απασχόλησης στην εγχώρια Lidl είναι πολύ μεγαλύτερος από τον μισθό πλήρους απασχόλησης που έχει πραξικοπηματικά νομοθετήσει το ψευδοκράτος). Δηλαδή οι ξένοι επενδυτές δεν έχουν πρόβλημα να δίνουν υψηλότερους μισθούς. Όμως γιατί να έρθουν κι άλλες ξένες επενδύσεις στη Νεοελλάδα, όταν δεν υπάρχει προσδοκία κέρδους; Ή μήπως έγινε η Νεοελλάδα Ντουμπάι και δεν το καταλάβαμε;
Μήπως έπρεπε να μείνουν στη Νεοελλάδα, να ξύνουν τ’ αρχίδια τους (σαν εσένα τον κρατικοδίαιτο εισοδηματία), να ζητιανεύουν, και να κουνάνε (με εθνική υπερηφάνεια) το δάχτυλο στους κακούς δανειστές;
ΜΥΘΟΣ 10ος: το αποκαλούμενο brain drain είναι εθνική κατάρα.
Ειδικά σε περιόδους σαν τη σημερινή, όπου ο χαρακτηριστικός νεοελληνικός φιλοτομαρισμός εκδηλώνεται τόσο απροκάλυπτα (βλ. “μαίνουμαι εβρόπι”), κάθε ικανός, ευφυής, υπεύθυνος, ταλαντούχος, χαρισματικός ή “απλά” αξιοπρεπής άνθρωπος θα (προσπαθήσει τουλάχιστον να) δραπετεύσει από αυτόν τον τριτοκοσμικό βρωμότοπο. Έτσι ο “εθνικός κορμός” που θα παραμείνει να ζητιανεύει και να βρίζει τους “κακούς δανειστές” θα αποκτήσει περισσότερη … “εθνική ομοιογένεια”.
ΜΥΘΟΣ 11ος: η Νεοελλάδα μπορεί να αλλάξει (χωρίς να αλλάξει ο νεοέλληνας).
Κι όπως επισημάνθηκε πιο πριν,ακόμα κι αν οι δανειστές άφηναν ορθάνοιχτες τις κάνουλες του δανεισμού όπως στο παρελθόν, οι (β)ρωμηοί πάλι σε καταναλωτικά αγαθά και βλαχονεόπλουτο επιδειξισμό θα “σκότωναν” τα χρήματα. Ο (β)ρωμηός ούτε απ΄αυτό το στραπάτσο του έχει διδαχτεί το παραμικρό.
Επιπλέον, τα απολύτως εύστοχα εθνοπορτραίτα του (β)ρωμηού, που σκιαγράφησαν άνθρωποι όπως ο λογοτέχνης και δοκιμιογράφος Εμμανουήλ Ροΐδης (πριν 140 χρόνια) ή ο σατιρικός ποιητής Γεώργιος Σουρής (πριν 130 χρόνια) ή ο κοινωνιολόγος Ευάγγελος Λεμπέσης (πριν 80 χρόνια), ή η περίφημη Έκθεση Πόρτερ (πριν 70 χρόνια), τα οποία διατηρούν απολύτως αμείωτη και σήμερα την εγκυρότητά τους, αποδεικνύουν ότι: αυτή είναι η Ελλάδα, δεν υπάρχει άλλη.
Tα υπόλοιπα είναι απλώς αυταπάτες που επιβεβαιώνουν τη γνωστή παροιμία περί τού πνιγόμενου, που προσπαθεί να πιαστεί απ’ τα μαλλιά του.